Του Δημήτρη Ρηγόπουλου
«Εσάς, δηλαδή, σας αρέσει το νέο Μουσείο της Ακρόπολης;» Μερικές φορές οι ίδιες οι ερωτήσεις περικλείουν και τις απαντήσεις.
Έχοντας μπει στην τελική ευθεία για τα εγκαίνια της 20ής Ιουνίου, το νέο Μουσείο Ακρόπολης δημιουργεί έντονες αντεγκλήσεις, χωρίζει φίλους και παρέες σε ιδεολογικά και αισθητικά στρατόπεδα, προκαλεί μικρά πάθη.
Μια πρώτη νίκη
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι αυτή είναι μια πρώτη νίκη για τον Ελβετό αρχιτέκτονα Μπερνάρ Τσουμί και τον Ελληνα συνεργάτη του Μιχάλη Φωτιάδη. Οι έντονες αντιδράσεις, ακόμα κι αν δεν είναι πάντα επαινετικές, σημαίνουν συνήθως ότι αυτό που δημιούργησες απέφυγε τη χειρότερη καταδίκη κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας: την αδιαφορία.
Κι όσο θα πλησιάζουμε το εορταστικό τετραήμερο που μας υποσχέθηκε ο υπουργός Πολιτισμού Αντώνης Σαμαράς, τόσο θα φουντώνουν οι συζητήσεις και οι διαφωνίες με επίκεντρο τον όγκο της κατασκευής και την ένταξή του στις παρυφές μια πυκνοδομημένης συνοικίας του κέντρου της Αθήνας. Συμπτωματικά (
λίγες ημέρες πριν από τα εγκαίνια, στο Ζάππειο Μέγαρο θα βρίσκεται σε εξέλιξη (15 - 18.6) έκθεση των 172 συμμετοχών για την «αντιμετώπιση των πίσω όψεων των διατηρητέων κτιρίων της Διονυσίου Αρεοπαγίτου 17 και 19», που διοργάνωσε το ηλεκτρονικό περιοδικό greekarchitects. gr πέρυσι.
Αν ήμασταν δίκαιοι με το κοινό αίσθημα θα λέγαμε ότι το νέο Μουσείο προκαλεί σε πολλούς Αθηναίους αμηχανία. Μας είναι δύσκολο να διαχειριστούμε δύο διαφορετικά μεγέθη. Στο ένα άκρο η «εθνική» αποστολή του νέου Μουσείου: φορτισμένο ιδεολογικά από το αίτημα της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα, πολύ πριν ανοίξει τις πόρτες του, είναι ήδη κομμάτι της εθνικής μας ταυτότητας. Και στο άλλο άκρο η παραδοσιακή μας αμφιθυμία απέναντι σε νέα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά δεδομένα.
Εξοικειωμένοι με τη μικρή κλίμακα, δυσκολευόμαστε να αφομοιώσουμε τον «δεσποτικό» όγκο του νέου μουσείου. Ακόμα κι όταν ο άμεσα περιβάλλων χώρος είναι οι περιφρονημένες από εμάς τους ίδιους πολυκατοικίες. Αλλά, η ιστορία της Αθήνας είναι γεμάτη από αρχιτεκτονικά «σκάνδαλα» που συνήθως έχουν να κάνουν με «απρεπείς» όγκους και ύψη.
Την ίδια στιγμή, η υποδοχή του κτιρίου από τον διεθνή Τύπο αγνοεί επιδεικτικά το εγχώριο κύμα αμφισβήτησης. «Εως τώρα έτεινα να είμαι πιο κοντά στις βρετανικές θέσεις», έγραψε σ' ένα υμνητικό του άρθρο στους «Νιου Γιορκ Τάιμς» ο επιφανής κριτικός Νικολάι Ουρουσόφ. «Αλλά αναμειγνύοντας γλυπτική, αρχιτεκτονική και το αρχαίο τοπίο σε μια δυναμική αφήγηση, το νέο μουσείο της Ακρόπολης προσφέρει μια καινούργια οπτική που υπερνικά τις δογματικές θέσεις. Είναι αδύνατον να στέκεσαι στις αίθουσες του τελευταίου ορόφου, με θέα τον ταλαιπωρημένο, ξεθωριασμένο από τον ήλιο, σκελετό χωρίς να λαχταράς την επιστροφή των Μαρμάρων».
Aνταλλαγή απόψεων
Όποια θέση κι αν παίρνει κανείς, υπέρ ή κατά, το νέο Μουσείο της Ακρόπολης σε λίγες ημέρες από σήμερα θα είναι μια χειροπιαστή πραγματικότητα για την Αθήνα.
Η «Καθημερινή» εγκαινιάζει σήμερα έναν ζωντανό διάλογο για το σημαντικότερο δημόσιο κτίριο που χτίστηκε στην πρωτεύουσα την πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα με τις απόψεις του καθηγητή Αρχαιολογίας Χρίστου Ντούμα και δύο αρχιτεκτόνων - καθηγητών, του Δημήτρη Φιλιππίδη και του Πάνου Δραγώνα.
Η συζήτηση, η ανταλλαγή απόψεων, ακόμα και η αντιπαράθεση δεν ολοκληρώνεται σήμερα αλλά θα συνεχιστεί μέσα από τις σελίδες της ηλεκτρονικής έκδοσης της «Καθημερινής» (
www. kathimerini. gr). Εκεί θα μεταφέρουμε τον διάλογο για το σημαντικό δημόσιο κτίριο των τελευταίων δεκαετιών στην Ελλάδα με στόχο να καταγραφεί ο παλμός της πραγματικής κοινωνίας.
ΠΗΓΗ:
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathworld_1_05/06/2009_1288715